Η Ελλάδα θα χρειαστεί 10 χιλ. νέες εταιρείες που να μπορούν να μεγαλώσουν γρήγορα και να δημιουργήσουν η καθεμία 50 θέσεις εργασίας μέσα στα επόμενα επτά χρόνια. Μόνο έτσι θα μπορέσει να απορροφηθεί το 80% των νέων ανέργων, ηλικία 18-34 ετών, που μετρά αυτή τη στιγμή η χώρα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της μελέτης του παγκόσμιου μη κερδοσκοπικού οργανισμού στήριξης της επιχειρηματικότητας Endeavor Greece, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του 3ου Διεθνούς Συνεδρίου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος για την Κοινωφελή Δράση.

Σύμφωνα με τη μελέτη, από τις υφιστάμενες επιχειρήσεις, μόνο μια μικρή μειοψηφία 3 χιλ. εταιρειών (0,5%) μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αύξηση της απασχόλησης. Οι εταιρείες αυτές, διαφόρων μεγεθών και κλάδων, έχουν τις δομικές προϋποθέσεις να αναπτυχθούν γρήγορα και να επεκταθούν στην εγχώρια και διεθνή αγορά προκειμένου να απορροφήσουν το υπόλοιπο 20% των ανέργων.  Όπως δείχνουν τα στοιχεία της έρευνας, 640 χιλ. είναι σήμερα οι νέοι άνεργοι έως 34 ετών, οι οποίοι ενώ 200 χιλ. έχουν ήδη εγκαταλείψει τη χώρα προς αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό.

Η δημιουργία νέων επιχειρήσεων θεωρείται εφικτός στόχος, δεδομένου πως στην Ελλάδα ιδρύονται περίπου 40 χιλ. νέες εταιρείες ετησίως. «Χρειάζεται, όμως, πολύ καλύτερη στόχευση σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία και δημιουργία συνθηκών που θα βοηθήσουν τις νέες εταιρείες να μεγεθυνθούν. Η πρόσφατη άνθηση των startups είναι μια ενθαρρυντική αρχή, αλλά προφανώς όχι επαρκής» συμπεραίνει η μελέτη.

Η μελέτη με τον τίτλο «Δημιουργώντας θέσεις εργασίας για νέους στην Ελλάδα» σκιαγραφεί το προφίλ των νέων και αναδεικνύει τις δυνατότητές τους αλλά και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν για την είσοδό τους στην αγορά εργασίας, όπως έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας και κατάλληλης εκπαίδευσης. Οι νέοι στην Ελλάδα σε ποσοστό μόλις 15% δείχνουν αδιαφορία ή αποδοχή της υπάρχουσας κατάστασης, ενώ 85% δείχνουν διάθεση να κυνηγήσουν ευκαιρίες και αισιοδοξία για το μέλλον. Από αυτούς το 9% είναι έτοιμοι να γίνουν οι καταλύτες της αλλαγής.

Η έρευνα καταλήγει μάλιστα στο συμπέρασμα ότι η χώρα αντιμετωπίζει μεγαλύτερο πρόβλημα στην ποιότητα των εργοδοτών και την απουσία επένδυσης στο προσωπικό (ρόλος, εξέλιξη, απολαβές), παρά σε αυτή καθαυτή την ποιότητα του νέου εργατικού δυναμικού, που χαρακτηρίζεται από τους ίδιους τους εργοδότες ως το πιο σημαντικό πλεονέκτημα της χώρας.

Οι κλάδοι που χτυπήθηκαν από την κρίση

Η Ελλάδα έχασε συνολικά ένα εκατ. θέσεις εργασίας στη διάρκεια των πέντε τελευταίων χρόνων. Πάνω από τις μισές προέρχονται από τρείς κλάδους – τις κατασκευές, το λιανεμπόριο/χονδρεμπόριο και τη μεταποίηση - ενώ ολόκληροι τομείς όπως το real estate πρακτικά αφανίστηκαν. Ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο ανάπτυξης, τα 2/3 των χαμένων θέσεων εργασίας δεν μπορούν να ανακτηθούν από τους ίδιους κλάδους. Τρεις μόνο κλάδοι κατάφεραν να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν το συνολικό εργατικό δυναμικό: ο αγροτικός τομέας, η μεταποίηση τροφίμων και ο κλάδος της τεχνολογίας.

Οι νέοι στην Ελλάδα επηρεάστηκαν δυσανάλογα από την αύξηση της ανεργίας με περισσότερες από μισό εκατομμύριο χαμένες θέσεις εργασίας. Παρόλα αυτά, μόνο το μισό ποσοστό της ανεργίας οφείλεται στην οικονομική επιβράδυνση και την ύφεση. Το υπόλοιπο προέρχεται από το παραδοσιακό μειονέκτημα των νέων που βρίσκονται «εκτός αγοράς», το οποίο εντάθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ολόκληροι κλάδοι κατήργησαν θέσεις εργασίας για νέους παρότι διατήρησαν ή ακόμη και αύξησαν τις θέσεις εργασίας των μεγαλύτερων ηλικιών. Αυτοί οι κλάδοι περιλαμβάνουν τομείς όπως η αγροτική παραγωγή και τα τρόφιμα αλλά και τα περισσότερα επαγγέλματα-πρότυπα: γιατροί, δικηγόροι, τραπεζικοί και λογιστές.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, πάνω από 200 χιλ. Έλληνες, εκ των οποίων οι περισσότεροι νέοι και με προσόντα, έχουν φύγει από τη χώρα και έχουν βρει εργασία στο εξωτερικό. Το ελληνικό ταλέντο κινείται κυρίως εντός της Ευρώπης, πρωταρχικά στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Υπό συνθήκες, το φαινόμενο αυτό, κατά πολλούς θεωρούμενο brain drain (‘διαρροή ταλέντου’), θα μπορούσε να μετατραπεί σε brain circulation (‘κυκλοφορία ταλέντου’), παρέχοντας στους Έλληνες τις ευκαιρίες, την εξωστρεφή αντίληψη και την εμπειρία που η εγχώρια αγορά εργασίας αδυνατεί να παρέχει. Όπως όμως δείχνει η μελέτη, πάνω από 500 χιλ. θα αναγκαστούν να μετακινηθούν εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης για να αναζητήσουν εργασία σε άλλα μέρη της Ελλάδας, επιπρόσθετα της εν εξελίξει φυγής Ελλήνων στο εξωτερικό.

Θα χρειαστούν 25 χρόνια

Με το σημερινό ρυθμό και το μίγμα δημιουργίας επιχειρήσεων (περίπου 40.000 κάθε χρόνο, με μόνο 10% να επικεντρώνονται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας και μόνο 1% να επιδεικνύει σημαντική ανάπτυξη), η Ελλάδα, σύμφωνα με την έρευνα, θα χρειαστεί 25 χρόνια για να δημιουργήσει τις θέσεις εργασίας που απαιτούνται. Για να το πετύχει αυτό σε λιγότερο από μια δεκαετία θα πρέπει να τριπλασιαστούν οι προσπάθειες που επικεντρώνονται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας και να διπλασιαστούν τα ποσοστά επιτυχίας τους. Πάνω από όλα θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα κατάλληλο επιχειρηματικό οικοσύστημα το οποίο να καλλιεργεί, να υποστηρίζει και να συνδέει ποιοτικά επιχειρηματικά εγχειρήματα.

Η σημερινή ραγδαία αύξηση των startups είναι μια καλή αρχή. Δεν αναμένουμε, όμως, τα ~200 startups που ιδρύονται κάθε χρόνο, να δημιουργήσουν τις εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας που χρειάζονται. Ειδικά από την στιγμή που τα περισσότερα επικεντρώνονται σε ένα μόνο κλάδο και μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό τους μπορεί να θεωρηθεί υψηλής ανάπτυξης.

Είναι γεγονός, όμως, ότι καθώς ο αριθμός τους διπλασιάζεται κάθε χρόνο και προσελκύουν εγχώριες και διεθνείς επενδύσεις, αλλάζουν ριζικά την αντίληψη για την επιχειρηματικότητα, καθιερώνουν πρότυπα και δημιουργούν ιστορίες επιτυχίας. Χρειαζόμαστε όντως περισσότερα και υψηλότερης ποιότητας start-ups, τα οποία να καλύπτουν περισσότερους κλάδους και έχουν την κατάλληλη στήριξη από την ιδέα ως την ωρίμανση. Τα start-ups δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά προϋπόθεση για να δημιουργηθούν περισσότερα scale-ups τα οποία θα προκαλέσουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και ουσιαστική αύξηση απασχόλησης. 


Πηγή:www.capital.gr